H ΒΙΤΑΜΙΝΗ D ΘΩΡΑΚΙΖΕΙ ΤΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΡΩΝΟΪΟ
Νεότερη μελέτη δείχνει ότι η έλλειψη βιταμίνης D πιθανώς σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης από τον νέο κορωνοϊό.
Η θεραπεία με βιταμίνη D έχει φανεί ότι μπορεί να μειώνει την πιθανότητα ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού, ιδιαίτερα σε ασθενείς με ανεπάρκεια βιταμίνης D. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Ντάνασης, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης του Πανεπιστημίου) συνοψίζουν τα δεδομένα από την πρόσφατη μελέτη από τους D.O. Meltzer και συνεργάτες «Association of Vitamin D Status and Other Clinical Characteristics With COVID-19 Test Results» στο περιοδικό JAMA Network Open. 2020;3(9):e2019722.
Οι συγγραφείς διερεύνησαν τη συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων βιταμίνης D στο αίμα και την πιθανότητα ανεύρεσης θετικής δοκιμασίας PCR για το νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2.
Στη μελέτη συμπεριελήφθησαν 489 ασθενείς με μέση ηλικία τα 49.2 έτη, ενώ το 75% ήταν γυναίκες και το 32% ανήκαν στη λευκή φυλή. Οι συμμετέχοντες κατατάχθηκαν σε κατηγορίες ανάλογα με τα επίπεδα βιταμίνης D κατά το τελευταίο έτος ως ακολούθως: 124 (25%) εμφάνιζαν πιθανότατα ανεπάρκεια, 287 (59%) είχαν πιθανότατα επάρκεια και για 78 (16%) ασθενείς δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί η κατάσταση επάρκειας βιταμίνης D. Συνολικά, 71 ασθενείς (15%) είχαν θετική δοκιμασία PCR για το νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2. Στην πολυπαραγοντική ανάλυση, μεγαλύτερη πιθανότητα για θετική δοκιμασία είχαν όσοι ασθενείς είχαν ηλικία πάνω από 50 έτη, δεν ανήκαν στη λευκή φυλή και εμφάνιζαν πιθανότατα έλλειψη βιταμίνης D. Πιο συγκεκριμένα, μεταξύ των ασθενών με ανεπάρκεια βιταμίνης D το ποσοστό των θετικών COVID-19 κρουσμάτων ήταν 21.6%, συγκριτικά με 12.2% μεταξύ των ασθενών με επάρκεια βιταμίνης D.
Συμπερασματικά, οι ερευνητές καταλήγουν ότι η έλλειψη βιταμίνης D πιθανώς σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο COVID-19 λοίμωξης.
Σύγχρονος τρόπος ζωής και Ανεπάρκεια βιταμίνης D
Είναι γεγονός ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχει οδηγήσει σε σχεδόν καθολική ανεπάρκεια βιταμίνης D. Είναι γνωστό ότι μόνο το 10-20% των απαιτούμενων αναγκών σε βιταμίνη D μπορεί να εξασφαλιστεί από διατροφικές πηγές και το υπόλοιπο 80-90% φυσιολογικά παράγεται στο δέρμα υπό τη επίδραση της υπεριώδους Β ηλιακής ακτινοβολίας. Στο σύγχρονο κόσμο, τα παιδιά και οι ενήλικες παίζουν, εργάζονται και αθλούνται κυρίως σε κλειστούς χώρους, ενώ αντηλιακά υψηλού δείκτη χρησιμοποιούνται ευρέως για την πρόληψη του μελανώματος. Σε συνθήκες lock-down, όπως την φετινή χρονιά, η παραγωγή βιταμίνης D στο δέρμα μας έχει ουσιαστικά μηδενιστεί.
Επιπλέον, η διατροφή μας σήμερα είναι φτωχή σε φρέσκα ψάρια ανοιχτής θαλάσσης, φρέσκα αυγά και φρέσκο γάλα από ζώα ελευθέρας βοσκής (x 10 πλουσιότερα σε βιταμίνη D). Επίσης, ακόμα και οι ηλιόλουστες χώρες, όπως η Ελλάδα, παρουσιάζουν υψηλό ποσοστό ανεπάρκειας βιταμίνης D, καθώς η γωνία πρόπτωσης των ηλιακών αχτίνων από το φθινόπωρο μέχρι το καλοκαίρι δεν οδηγεί σε επαρκή παραγωγή βιταμίνης D με τη συνήθη έκθεση στον ήλιο.
Με βάση τα παραπάνω, ενήλικες, έφηβοι και παιδιά εκτός αν για συγκεκριμένο λόγο έχει δοθεί άλλη ιατρική οδηγία (π.χ. στην πολύ σπάνια περίπτωση υπερευαισθησίας στη βιταμίνη D) μπορούν να θωρακίσουν τον οργανισμό τους κατά της πανδημίας με βιταμίνη D3.